Unsolicited Proposals: Πλεονεκτήματα και παγίδες

8 Νοεμβρίου 2019

Με αφορμή τις αναφορές στο τελευταίο συνέδριο του Συνδέσμου Ελληνικών Εταιρειών-Γραφείων Μελετών (ΣΕΓΜ) σχετικά με τις unsolicited proposals – όρος που αποδίδεται στα ελληνικά ως προτάσεις καινοτομίας, πρότυπες προτάσεις ή αυτόκλητες προτάσεις – παρακάτω εξετάζονται τα πλεονεκτήματα, αλλά και οι παγίδες της συγκεκριμένης μεθόδου σύμπραξης δημόσιου – ιδιωτικού τομέα.

Καταρχάς, ως unsolicited proposal (USP) ορίζεται η πρόταση που υποβάλλεται από ιδιωτικό φορέα για την υλοποίηση ενός έργου μέσω σύμπραξης δημόσιου – ιδιωτικού τομέα και η οποία κατατίθεται με πρωτοβουλία της ιδιωτικής επιχείρησης και όχι μέσω καθορισμένης δημόσιας διαγωνιστικής διαδικασίας. Συνεπώς:

  • Το κυριότερο πλεονέκτημα είναι πως οι κυβερνήσεις μπορούν να επωφεληθούν από τη γνώση και τις ιδέες του ιδιωτικού τομέα. Πιο συγκεκριμένα, δύνανται να συλλάβουν και ιεραρχήσουν νέα έργα, να ξεπεράσουν προκλήσεις που σχετίζονται με τα πρώιμα στάδια ωρίμανσης και αξιολόγησης ενός έργου και να οδηγούνται σε καινοτόμες λύσεις αντιμετώπισης των προκλήσεων στα έργα υποδομής.
  • Μία σωστά σχεδιασμένη διαδικασία που επιτρέπει στους ιδιωτικούς φορείς να προτείνουν ιδέες για έργα που θα βρίσκονται σε σύμπνοια με το κυβερνητικό πρόγραμμα μπορεί να εγείρει το ενδιαφέρον του ιδιωτικού τομέα για την ανάπτυξη εμπορικά βιώσιμων λύσεων στα έργα υποδομής.
  • Σε περιπτώσεις που οι κυβερνήσεις δε διαθέτουν τα απαραίτητα τεχνικά και οικονομικά μέσα για να εκπονήσουν προκαταρκτικές μελέτες σκοπιμότητας, μία άρτια διαδικασία μπορεί να προβλέπει ως προαπαιτούμενο τις παραπάνω μελέτες κατά την υποβολή της πρότασης από τον ενδιαφερόμενο. Γεγονός που μπορεί να μειώσει τις καθυστερήσεις στο πρώιμο στάδιο της σύμπραξης δημόσιου – ιδιωτικού τομέα.
  • Τέλος μέσω των αυτόκλητων προτάσεων διευρύνεται το πλήθος των δυνητικών λύσεων για την κάλυψη των κενών που παρουσιάζονται στις υποδομές. Αυτό αποδίδεται στο ότι οι ιδιωτικοί φορείς, συγκριτικά με τους δημόσιους φορείς που ηγούνται του κρατικού σχεδιασμού, συχνά κατέχουν περισσότερη τεχνογνωσία και εμπειρία για την αντιμετώπιση των δυσκολιών που προκύπτουν στο σχεδιασμό και διαχείριση των υποδομών.

Πέρα όμως από τα σημαντικά οφέλη που προκύπτουν από τη συγκεκριμένη μέθοδο, πρέπει να γίνει αναφορά και στις ενδεχόμενες προκλήσεις που δημιουργούνται και ενδεχομένως να οδηγήσουν στην αποτυχία μιας πρότασης καινοτομίας. Πιο συγκεκριμένα:

  • Οι περισσότερες συμπράξεις δημόσιου – ιδιωτικού τομέα χρειάζονται κυβερνητική οικονομική στήριξη. Αν και δεν απαιτούνται απευθείας επιδοτήσεις, η κυβέρνηση τυπικά αποδέχεται τους κινδύνους και τις συνδεδεμένες υποχρεώσεις. Η εμπειρία έχει αποδείξει πως προτάσεις που υποβάλλονται από τις ιδιωτικές εταιρείες σε κάποιο ποσοστό δεν προσεγγίζουν επαρκώς τους κινδύνους που σχετίζονται με το έργο και ενδεχομένως αστοχίες ή παραλείψεις να βαρύνουν την εκάστοτε κυβέρνηση.
  • Οι αυτόκλητες προτάσεις – καθώς δεν απορρέουν απευθείας από τον κυβερνητικό σχεδιασμό και σε ορισμένες περιπτώσεις δεν εμπίπτουν στα άμεσα σχέδια των επιμέρους τομέων της κυβέρνησης – ενδεχομένως να προβληματίζουν ως προς τον βαθμό που βρίσκονται σε σύμπνοια με τα επιμέρους κυβερνητικά σχέδια και ως προς την επάρκεια του οφέλους που προκύπτει από την υλοποίησή τους. Αυτό καταλήγει στο να δημιουργείται αμφισβήτηση για το αν υπάρχει λόγος υιοθέτησής τους λόγω των διαρκώς μεταβαλλόμενων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών και προτεραιοτήτων.
  • Επίσης, μία κυβέρνηση μπορεί να «παρεκκλίνει» από τον προγραμματισμό της όσον αφορά στις υποδομές λόγω μιας αυτόκλητης πρότασης. Οι δημόσιοι φορείς προκρίνουν έργα τα οποία ανταποκρίνονται στα δεδομένα του κυβερνητικού σχεδιασμού ικανοποιώντας τις κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες πάνω στις οποίες βασίστηκε ο συγκεκριμένος σχεδιασμός. Σε αντιδιαστολή, το κυριότερο κίνητρο μίας ιδιωτικής οντότητας, που υποβάλλει μία αυτόκλητη πρόταση, είναι να προωθήσει τα νόμιμα συμφέροντά της, τα οποία ενδεχομένως να μην συμβαδίζουν απόλυτα με αυτά της κοινωνίας ή της ίδιας της κυβέρνησης. Ο ρόλος της τελευταίας είναι να διασφαλίσει ότι το προτεινόμενο έργο είναι διαρθρωμένο ώστε να ανταποκριθεί στις κοινωνικές ανάγκες και ότι θα υλοποιηθεί με δίκαιους όρους, προϋποθέσεις και τιμολόγηση.
  • Τέλος, η σύμπραξη με τον ενδιαφερόμενο που υποβάλλει μια αυτόκλητη πρόταση για ένα έργο μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα σε περίπτωση έλλειψης διαφανούς ή σωστά οργανωμένης διαδικασίας. Υπάρχει κίνδυνος να απαξιωθεί η σύμπραξη δημόσιου – ιδιωτικού τομέα λόγω έλλειψης ανταγωνισμού ή λόγω καλλιέργειας πρόσφορου εδάφους για φαινόμενα διαφθοράς. Αλλά, ακόμη και όταν δεν υπάρχουν ενδείξεις διαφθοράς εφόσον μία εταιρεία επωφελείται από σύμπραξη δημόσιου -ιδιωτικού τομέα χωρίς να έχουν εξαντληθεί τα όρια του υγιούς ανταγωνισμού ενδέχεται να τεθεί υπό αμφισβήτηση η νομιμότητα της διαδικασίας. Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι να υπονομεύεται η κοινωνική αποδοχή της πρότασης καινοτομίας και κατ’ επέκταση του γενικότερου προγράμματος συμπράξεων δημόσιου – ιδιωτικού τομέα.

Τα στελέχη της «Delta Engineering – Σύμβουλοι Μηχανικοί» μέλος του Ομίλου «ΣΑΜΑΡΑΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ», με σημαντική δραστηριότητα ως σύμβουλοι μηχανικοί, βρίσκονται συνεχώς δίπλα στις καινοτόμες τάσεις και αναπτυξιακές εξελίξεις και είναι στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε πληροφορία και διευκρίνιση για τα παραπάνω θέματα και την άρτια υποστήριξη των έργων σας. 

Σύνταξη κειμένου:

Κωνσταντίνος Παντελίδης, Διπλ. Πολιτικός Μηχανικός Α.Π.Θ., M.B.A

Τομέας Αδειοδότησης Τεχνικών Έργων της Delta Engineering – Σύμβουλοι Μηχανικοί, μέλος του Ομίλου “Σαμαράς & Συνεργάτες”

Αναδημοσίευση από https://bit.ly/2qrsMRg